Μαθησιακές Δυσκολίες: Αξιολόγηση, Διάγνωση, Αποκατάσταση PDF Εκτύπωση E-mail

Μερικά κοινά ερωτήματα που απασχολούν γονείς και οι εκπαιδευτικούς σχετικά με την χαμηλή σχολική επίδοση των παιδιών είναι: «Γιατί δεν μπορεί να θυμάται όσα μαθαίνει, γιατί δεν γράφει ή/και δεν διαβάζει σωστά; Γιατί έχει τόσο φτωχό λεξιλόγιο; Γιατί δεν εκφράζεται σωστά; Γιατί αργεί τόσο να καταλάβει κάτι…να ολοκληρώσει τις εργασίες του…γιατί δυσκολεύεται να οργανώσει τη σχολική μελέτη στο σπίτι…;»

Οι προβληματισμοί αυτοί ξεκινούν συνήθως στο δεύτερο τρίμηνο της Α’ τάξης του Δημοτικού, αυξάνονται στην Β’ ή Γ’ Δημοτικού και κορυφώνονται στην ΣΤ’ Δημοτικού, όπου υπάρχει άγχος και ανησυχία για τη φοίτηση του παιδιού στο Γυμνάσιο και πλέον γίνεται επιτακτική η απάντηση στο τι «φταίει και αδυνατεί να ανταποκριθεί στις σχολικές απαιτήσεις όπως τα υπόλοιπα παιδιά;».

Η απόδοση των μαθητών στα σχολικά μαθήματα επηρεάζεται από την αλληλεπίδραση των κάτωθι παραγόντων:

  • Ευφυΐα

  • Οπτική και ακουστική οξύτητα

  • Κίνητρο για μάθηση

  • Κληρονομικότητα

  • Ψυχοσυναισθηματικοί παράγοντες

  • Μορφωτικό επίπεδο των γονέων

  • Κοινωνικο-οικονομικό υπόβαθρο οικογένειας

  • Πολιτιστικό επίπεδο της χώρας, εκπαιδευτικές ευκαιρίες και προγράμματα

  • Επαρκής και κατάλληλη διδασκαλία

Τι ακριβώς συμβαίνει όταν μαθητές που φαίνεται να καλύπτουν όλες τις παραπάνω θετικές προϋποθέσεις εμφανίζουν σημαντικές δυσκολίες οι οποίες μοιάζουν αδικαιολόγητες; Επί παραδείγματι, όταν ένας μαθητής της Γ’ Δημοτικού διαβάζει όπως ένας μαθητής της Α’ Δημοτικού ή ένας μαθητής της Ε’ Δημοτικού δεν μπορεί να θυμηθεί και να εφαρμόσει τους βασικούς κανόνες ορθογραφίας κατ’ επανάληψη.

Η Δυσλεξία ή Μαθησιακές Δυσκολίες είναι το ίδιο πρόβλημα...με άλλες λέξεις;

Ποικίλοι όροι (π.χ. αλεξία, λεξική τύφλωση, στρεφοσυμβολία, δυσλεξία κ.α.) έχουν χρησιμοποιηθεί από επιστήμονες πολλών ειδικοτήτων προκειμένου να περιγράψουν τις δυσκολίες των παιδιών στην μάθηση τον τελευταίο αιώνα. Οι δύο όροι, Μαθησιακές Δυσκολίες και Δυσλεξία δεν είναι ταυτόσημοι. Η ευρύτατη κατάχρηση των δύο όρων, λόγω παραπληροφόρησης, συχνά οδηγεί στην παραπλανητική και εσφαλμένη χρήση των δύο όρων ως ταυτόσημες έννοιες.


Ο όρος Μαθησιακές Δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος που χρησιμοποιείται διεθνώς, η μεγάλη ομπρέλα κάτω από την οποία συγκαταλέγονται σημαντικές εγγενείς δυσκολίες στο άτομο, όσον αφορά στην εκμάθηση και χρήση της προφορικής και γραπτής κατανόησης, ανάγνωσης, ορθογραφημένης γραφής καθώς και στην οργανωτική σκέψη και στις μαθηματικές ικανότητες (π.χ. δυσαναγνωσία, δυσαριθμησία, δυσπραξία, δυσλεξία κ.α.).


Η Δυσλεξία είναι μία από τις κοινές μαθησιακές δυσκολίες, μία εξειδικευμένη γλωσσική διαταραχή (Lyon, 1995), η οποία φέρει συγκεκριμένα κλινικά χαρακτηριστικά, όπως η υψηλή νοημοσύνη, η επιλεκτική δυσκολία στην κωδικοποίηση και αποκωδικοποίηση των λέξεων και η ανεπαρκής φωνολογική ενημερότητα. Εκδηλώνεται με πτωχή συγγραφική και αναγνωστική ικανότητα, η οποία αποκλίνει σημαντικά από την ηλικία και το γνωστικό δυναμικό του ατόμου και δεν οφείλεται σε κάποια εξελικτική ή αισθητηριακή διαταραχή.

Πως διαπιστώνεται η ύπαρξη της Δυσλεξίας;

Για να γίνει διάγνωση της Δυσλεξίας θα πρέπει να καλύπτονται τα κάτωθι γενικά κριτήρια:

α) ασυμφωνία μεταξύ της νοητικής ικανότητας του παιδιού και της επίδοσής του στην ανάγνωση και στην ορθογραφία.

β) απόκλιση των δεξιοτήτων της ανάγνωσης και της γραφής από την σχολική του βαθμίδα κατά ένα έτος στην Α’ Δημοτικού, κατά 1 ½ έτος στην Β’ και Γ’ Δημοτικού και κατά 2 έτη στις τελευταίες τρείς σχολικές βαθμίδες του δημοτικού.

γ) δυσκολία στην επεξεργασία των συμβόλων της γραπτής γλώσσας ή/και των μαθηματικών / αριθμητικών συμβόλων.


Επιπρόσθετα, θα πρέπει να εμφανίζονται χαρακτηριστικές δυσκολίες στην ανάγνωση, την γραφή και την ορθογραφία. Ενδεικτικά στην γραφή: αντικατάσταση, επανάληψη ή αντιστροφή γραμμάτων και συλλαβών (αντιστοίχως, ξήνω αντί ψήνω, τρεέχω αντί τρέχω, πατνελόνι αντί παντελόνι, θώρος αντί χώρος), παράλειψη φθόγγων ή συλλαβών σε απλές λέξεις (κάτα αντί κάρτα, λιαδα αντί λιακάδα).


Στην ανάγνωση: διαβάζει άλλη λέξη από αυτή που βλέπει (καλημέρα αντί καλοκαίρι), υπάρχει δυσκολία στον τονισμό των λέξεων και στην χρήση των σημείων στίξεων.

Αν ένα παιδί εμφανίζει Δυσλεξία στην μητρική του γλώσσα, θα έχει τις ίδιες δυσκολίες και στην εκμάθηση ξένων γλωσσών;


Η εκδήλωση της Δυσλεξίας και άλλων παρεμφερών διαταραχών δεν είναι πανομοιότυπη σε όλα τα ορθογραφικά συστήματα (π.χ. ελληνικό και αγγλικό). Συγκεκριμένα, στο ελληνικό ορθογραφικό σύστημα κάθε ένα φώνημα αντιστοιχεί και σε ένα γράφημα (γράμμα) π.χ. καράβι-(κ-α)-(ρ-α)-(β-ι), όπου 6 φωνήματα αντιστοιχούν σε έξι γραφήματα. Εν αντιθέσει, με το ιδιότροπο αγγλικό ορθογραφικό σύστημα, το οποίο δεν είναι σε καμία περίπτωση τόσο διαφανές και ομαλό (π.χ. doughnut (προφέρεται ντόνατ), τα γραφήματα υπερβαίνουν κατά πολύ τα φωνήματα).


Σύμφωνα με τους ερευνητές Νικολόπουλος, Γουλανδρής και Snowling (2003) η ορθογραφική διαφάνεια του ελληνικού συστήματος επιτρέπει σε μεγάλο βαθμό στους Έλληνες δυσλεκτικούς να περνούν συχνά απαρατήρητοι, ιδιαίτερα όταν υπάρχει υψηλός δείκτης νοημοσύνης ή όταν λόγω ηλικίας υπάρχει ορθογραφική εμπειρία και επάρκεια, σε αντίθεση με τους αγγλόφωνους δυσλεκτικούς όπου οι δυσκολίες τους είναι εμφανείς καθώς το ιδιόμορφο ορθογραφικό τους σύστημα τις αναδεικνύει πιο έντονα.


Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ακόμα και αν ένας Έλληνας μαθητής δεν εμφανίζει τυπικά χαρακτηριστικά στην γραφή του, όπως καθρεφτισμούς, παραλείψεις ή αντικαταστάσεις αλλά υπάρχουν πολλά ορθογραφικά λάθη, η αναγνωστική δεξιότητα είναι αποδεκτή και ο βαθμός επίδοσης δεν συνάδει με τον βαθμό προσπάθειας, δεν θα πρέπει να αποκλείεται το ενδεχόμενο της δυσλεξίας δίχως ενδελεχή κλινική αξιολόγηση.


Η αξιόπιστη διάγνωση μέσω επιστημονικά τεκμηριωμένων και σταθμισμένων διαγνωστικών εργαλείων από εξειδικευμένους και κατάλληλα εκπαιδευμένους ψυχολόγους εξασφαλίζει την ορθή διάγνωση της δυσλεξίας σε μη τυπικές περιπτώσεις μαθητών και τη μη εσφαλμένη διάγνωση σε κάποιον που δεν είναι δυσλεκτικός.

Τι προβλέπει ο νόμος για τα άτομα με Δυσλεξία;


Τα άτομα με Δυσλεξία βάσει της εγκυκλίου 12/224/15.1.93 του υπουργείου Παιδείας έχουν την δυνατότητα να αξιοποιήσουν την εναλλακτική των προφορικών εξετάσεων στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο (καθώς και σε πολλά ακαδημαϊκά ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης) το οποίο διασφαλίζει ότι το παιδί με διαγεγνωσμένη δυσλεξία δεν θα μείνει μετεξεταστέο ή απροβίβαστο. Πέραν της νομοθετικής αναγνώρισης της Δυσλεξίας είναι εξίσου σημαντική η αναγνώριση της συναισθηματικής ευαλωτότητας των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες στα αρνητικά σχόλια, στην αρνητική αξιολόγηση και ετικετοποίηση, η αναγνώριση της διαφορετικότητας του κάθε παιδιού και όπως χρήζει συγκεκριμένης μαθησιακής αντιμετώπισης, χρήζει επίσης ψυχοσυναισθηματικής υποστήριξης μέσω κατάλληλης ενημέρωσης του ίδιου του παιδιού, των γονιών και των εκπαιδευτικών.